Η επιτυχία ενός τουριστικού προορισμού εξαρτάται σε παρά πολύ μεγάλο βαθμό από την αποτελεσματική διαχείριση των απορριμμάτων του, όχι μόνο από τις Δημοτικές, ή Περιφερειακές αρχές, αλλά και κυρίως από τους πολίτες που ενεργούν είτε ως παραγωγικοί φορείς, είτε ως καταναλωτές.
Στο προηγούμενο άρθρο μου αναφέρθηκα στο πως μια ιδανική κλιματική συνθήκη, (η ευκρατότητα), μπορεί να μοχλεύσει έναν premium τουριστικό προορισμό.
Φυσικά ένας κούκος δεν φέρνει την άνοιξη.
Επίσης υποσχέθηκα να δώσω συνέχεια στα περί τουρισμού, με ένα κείμενο υπό τον τίτλο <<περί αγαθών και απορριμμάτων>>. Το θέμα είναι μεγάλο, αλλά θα προσπαθήσω να το πραγματευτώ εν συντομία:
Πολλά τοπικά προϊόντα, για πολλές περιοχές, κυρίως του εξωτερικού, συνιστούν γαστρονομικά τοπόσημα που συνεισφέρουν σημαντικά στο συνολικό τους τουριστικό προϊόν. Μια τέτοια περίπτωση είναι και η λεγόμενη μεσογειακή διατροφή, η οποία έγινε ισχυρό brand στη περίπτωση της Κρήτης. Ο καλός τουρίστας έχει παρατηρηθεί, ότι δίνει πολύ μεγάλη σημασία στην ποιότητα των παροχών εστίασης και πιο συγκεκριμένα σε αυτό που λέμε καλό φαγητό. Εντάξει, μπορεί οι πιο πιτσιρικάδες να έχουν άλλες προτεραιότητες, που σχετίζονται περισσότερο με τη διασκέδαση, αλλά το ένα δεν αποκλείει το άλλο.
Σε όλες τις παροχές φιλοξενίας απαιτείται πολύ καλό επίπεδο υπηρεσιών, αλλά αυτό που έχουμε εμείς εδώ στη Χαλκίδα και ξεχωρίζει, είναι τα ιδιαίτερης ποιότητας και γευστικής αξίας θαλασσινά και ψάρια, καθώς και η εξειδίκευση στην παραδοσιακή μαγειρική τους. Τα κυδώνια, οι καραβίδες, οι γαρίδες, πολλά είδη καβουριών, και άλλων μικροσκοπικών θαλάσσιων οργανισμών, ευδοκιμούν μόνο σε κλειστά θαλάσσια μικροσυστήματα, όπως είναι ο Ευβοϊκός, χωρίς μεγάλο κυματισμό, στα οποία χύνονται γλυκά νερά. Οι ίδιες συνθήκες, μετατρέπουν αυτά τα θαλάσσια συστήματα σε πόλο έλξης για αναπαραγωγή των περισσότερων ειδών ψαριών, τα οποία για όσο καιρό τρέφονται με την παραπάνω τροφή, αποκτούν πολύ πλούσια γευστικά, αλλά και θρεπτικά χαρακτηριστικά.
Τα ίδια είδη ψαριών, έχουν τελείως διαφορετική γεύση και ποιότητα, ανάλογα με την εποχή και την περιοχή που αυτά ψαρεύονται, γι αυτό και είναι τόσο φημισμένα τα ψάρια του Ευβοϊκού. Επίσης για τους ίδιους λογούς η σαρδέλα του κόλπου της Καλλονής της Μυτιλήνης αξίζει τη φήμη της. Τέλος για τον αντίστροφο λόγο τα ψάρια των ωκεανών είναι εντελώς άνοστα.
Αν σε όλα αυτά προσθέσουμε και την γενικότερη τάση για την τοπικοφαγία, (αγαθά που παράγονται σε ακτίνα λίγων χιλιόμετρων από τον τόπο κατανάλωσης), τότε αρχίζουμε να διακρίνουμε ένα σοβαρό συγκριτικό πλεονέκτημα, το οποίο όμως για να λειτουργήσει πρέπει να επενδυθούν σε αυτό αρκετές εύστοχες προσπάθειες και κάποιοι, όχι και πολύ σημαντικοί, οικονομικοί πόροι.
Μιλάμε δηλαδή για μια επένδυση στη δημιουργία ενός σοβαρού brand, που είναι τα προϊόντα της θάλασσας του Ευβοϊκού, η εξειδίκευση στο μαγείρεμα και η κατανάλωση τους κοντά στον τόπο παραγωγής.
Κλείνω εδώ τα περί αγαθών για να κάνω μια αναφορά και στα περί απορριμμάτων:
Είναι αυτονόητο ότι κάθε παραγωγική, μεταποιητική, ή καταναλωτική δράση παράγει απορρίμματα.
Η επιτυχία ενός τουριστικού προορισμού εξαρτάται σε παρά πολύ μεγάλο βαθμό από την αποτελεσματική διαχείριση των απορριμμάτων του, όχι μόνο από τις Δημοτικές, ή Περιφερειακές αρχές, αλλά και κυρίως από τους πολίτες που ενεργούν είτε ως παραγωγικοί φορείς, είτε ως καταναλωτές.
Για να μιλήσουμε πιο συγκεκριμένα, δεν γίνεται να πουλήσεις τουρισμό σε ένα μέρος που τα βιομηχανικά απόβλητα χύνονται χωρίς καμιά επεξεργασία στη θάλασσα, (βλέπε ΛΑΡΚΟ και Ασωπός), που οι ψαράδες πετάνε τις ψαροκασέλες τους στο νερό, οι αγρότες τις συσκευασίες από τα λιπάσματα και τα φυτοφάρμακα στο χωράφι, και οι καταναλωτές τα φραπεδοπότηρα και τα πλαστικά μπουκαλάκια στους δρόμους. Δεν γίνεται στην έναρξη της τουριστικής περιόδου αλλά και στη διάρκεια αυτής, τα ρείθρα των περιαστικών δρόμων και οι παραλίες να είναι μέσα στο σκουπίδι. Αυτό είναι τριτοκοσμικό και προϊδεάζει από μόνο του τον επισκέπτη για ένα τουριστικό προϊόν, που θα είναι βρώμικο και εσύ δε πα να λες…. Πολύ περισσότερο δε γίνεται να διαφημίζεις ως θαύματα της φύσης και διατροφικά ελιξίρια, τα προϊόντα μιας θάλασσας που υποφέρει από αστική και βιομηχανική ρύπανση.
Η πιο συχνή απάντηση του νεοέλληνα είναι: << Και το κράτος τι κάνει ? >>
Το κράτος έχει συμμετοχή στο πρόβλημα, και ιδίως ως προς την ανοχή στην βιομηχανική ρύπανση, αλλά ρε φίλε, δε γίνεται να τα περιμένεις όλα από το κράτος.
Το κράτος δεν γίνεται να έχει ένα απορριμματοφόρο πίσω από τον κάθε έλληνα.
Κάτι πρέπει να κάνουμε και μείς.
-Τι να κάνουμε?
Πρώτα ας πούμε τι να μην κάνουμε, πράγμα που είναι και πιο απλό:
Να μην αντιμετωπίζουμε τον δημόσιο χώρο με χειρότερο τρόπο από ότι τον ιδιωτικό.
Δεν γίνεται να βρωμίζουμε τους δρόμους για να έχουμε το αυτοκίνητο καθαρό!
Αυτό είναι θέμα παιδείας θα πει κανείς.
Εντάξει , αλλά μήπως ήρθε η στιγμή ώστε οι εμπλεκόμενοι με τον τουρισμό να κάνουμε επιτέλους κάτι για αυτή τη παιδεία;
Ας εγκαινιάσουμε μια εθελοντική δράση και ας αρχίσουμε να μαζεύουμε συστηματικά σκουπίδια από τους δρόμους και τις παράλιες και να δημοσιοποιούμε τις ενέργειες αυτές, όχι για αυτοπροβολή, αλλά για ευαισθητοποίηση.
Μια ατάκα στα social του τύπου: << Να το μαζεύεις δεν είναι ντροπή, αλλά να το πετάς είναι καγκουριά>>, όταν προβάλλεται από άτομα με επιρροή, ίσως έχει ένα αποτέλεσμα παραπάνω.
Οψόμεθα……..